Η εξέγερση των γαλλικών προαστίων το 2005

Στις 27 Οκτωβρίου του 2005, μια ομάδα εφήβων μεταναστών παίζουν ποδόσφαιρο στο υποβαθμισμένο προάστιο Clichy-Sous-Bois του Παρισιού. Καθώς οι νεαροί γυρνάνε σπίτια τους, καταφθάνει η αστυνομία και τρεις από τους μετανάστες απομακρύνονται τρέχοντας. Οι αστυνομικοί τους κυνηγούν και οι τρεις μετανάστες κρύβονται σε έναν υποσταθμό της γαλλικής εταιρείας ηλεκτρισμού, όπου, οι δύο πεθαίνουν από ηλεκτροπληξία και ο τρίτος τραυματίζεται. Οι δύο νεκροί είναι ο 15χρονος Bouna Traore από το Μάλι και ο 17χρονος Zyed Benna από την Τυνησία. O τρίτος, ο 17χρονος Muhittin Altun με τουρκοκουρδικές ρίζες, τραυματίστηκε σοβαρά.

Και κάπου εδώ τελειώνει η περιγραφή τύπου αστυνομικού δελτίου και ξεκινάει η πολιτική. Πώς μας βοηθάει η ανάλυση γεγονότων που σχετίζονται με τον ρατσισμό, με τους μπάτσους, με τον κρατικό έλεγχο και την πειθαρχία ενός άλλου έθνους κράτους; Παίρνουμε αφορμές από ημερομηνίες, ημερομηνίες που συνδέονται με ιστορίες. Αυτές οι ιστορίες σχηματίζουν αστερισμούς με αυτά που ζούμε σήμερα στα μέρη μας και μας βοηθούν να τα κατανοούμε καλύτερα.

Την 27η Οκτωβρίου ακολουθούν εβδομάδες εξέγερσης. Είναι ένα χρονικό σημείο υψηλής έντασης, όμως αποτελεί κομμάτι και παράγωγο μιας μακρόχρονης ιστορίας. Γι’ αυτό θα παραθέσουμε πρώτα κάποια λόγια για τη σύσταση της πολυεθνικής εργατικής τάξης της Γαλλίας, τις δυναμικές που απέκτησε αυτή η τάξη και θα καταλήξουμε στην εξέγερση που διαδέχτηκε τις δολοφονίες του 2005 και την κρατική διαχείριση που ακολούθησε. Μέσα σε αυτή τη διαδρομή, διαφαίνονται διάφορα ζητήματα που μας απασχολούν σήμερα, όπως ο κρατικός έλεγχος που άσκησε η γαλλική αριστερά, οι απαγορεύσεις κυκλοφορίας και άλλα, που θα επαναφέρουμε στο τέλος του κειμένου.

Η γενεαλογία του γαλλικού προλεταριάτου

“Όταν είμαι στο σπίτι των γονιών μου είμαι στο Κονγκό, στην Αφρική. Και όταν βγαίνω έξω δεν ξέρω που βρίσκομαι, δεν έχω σημείο αναφοράς”1

Προσπαθώντας να καταλάβουμε ποιά είναι η σύνθεση της γαλλικής εργατικής τάξης, πέσαμε σε ένα μεγάλο τοίχο: το γαλλικό κράτος. Το 1978 εκδόθηκε ένας νόμος, ο οποίος απαγορεύει επίσημες στατιστικές αναλύσεις, βασισμένες σε φυλετικά και εθνοτικά χαρακτηριστικά. Το γαλλικό κράτος προφασίστηκε πως το κίνητρο του ήταν η αποφυγή ρατσιστικών διακρίσεων και η ύπαρξη απόλυτης ισότητας του κράτους απέναντι στους πολίτες του. Παρά το δημοκρατικό μάρκετινγκ, στην πραγματικότητα, ήθελε να αορατοποιήσει το παρελθόν και το παρόν. Προσπαθούσε να αποκρύψει το αποικιοκρατικό παρελθόν, τη μη αναγνώριση της πολυεθνικότητας της εργατικής τάξης και τη βίαιη σύσταση του εθνικού κορμού. Έτσι, εξαφανίζεται ένα βασικό συστατικό στοιχείο κάθε κράτους: ο ρατσισμός.

Το γαλλικό κράτος, λοιπόν, το 1978 ίδρυσε το CNIL2. Μια υποτιθέμενα ανεξάρτητη αρχή, η οποία διαχειρίζεται τα προσωπικά δεδομένα των Γάλλων πολιτών και διατηρεί σε ισχύ τον κανονισμό για την απαγόρευση επίσημων απογραφών με εθνοτικά στοιχεία. Με αυτό τον τρόπο, θέλησε να καθησυχάσει τους πολίτες του με το εξής επιχείρημα: αφού η εκάστοτε κυβέρνηση δεν διαχειρίζεται τα προσωπικά τους δεδομένα, τότε δεν μπορεί και να τα στρέψει εναντίον τους.

Η απάντηση, λοιπόν, στο ερώτημα «ποια είναι η πολυεθνική εργατική τάξη της Γαλλίας;» δεν μπορεί να βρεθεί μέσα σε στατιστικές, γιατί μέσα από τις ίδιες τις στατιστικές επιχειρείται η εξαφάνιση του όρου «πολυεθνική». Στα κρατικά έγγραφα σβήνεται η προέλευση των μεταναστών, μετά το όριο της 2ης  γενιάς και η γαλλική ταυτότητα κυριαρχεί3. Προφανώς, δεν έχουμε καμία καούρα να βρούμε κάποια «καθαρή γαλλική φυλή». Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι το πως, η κρατική προσπάθεια για την εξαφάνιση των εθνοτικών χαρακτηριστικών των μεταναστ(ρι)ών, λειτουργεί στην περεταίρω υποτίμηση τους και τη διαγραφή της ιστορικής μνήμης της τάξης μας.

Η ιστορία του γαλλικού προλεταριάτου έχει ως πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες τους ανθρώπους που προερχόντουσαν από αποικίες ή προτεκτοράτα4 της Γαλλικής αυτοκρατορίας5. Συνεπώς, όλη αυτή η τακτική περί απογραφών συγκαλύπτει το τεράστιο κύμα μεταναστών εργατών μετά τον Β’ Π.Π., από τις πρώην αποικίες προς τη Γαλλία. Οι μετανάστ(ρι)ες μπορεί να έγιναν Γάλλοι πολίτες στα χαρτιά6 αλλά αυτό αφορούσε μόνο τα χαρτιά. Ο ρατσισμός, η γκετοποίηση και η εργατική υποτίμηση ήταν δομικά στοιχεία του γαλλικού καπιταλισμού. Οι μετανάστ(ρι)ες εισέρχονταν απευθείας στον πάτο της γαλλικής εργατικής τάξης. Έτσι, φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι όλες αυτές οι τακτικές, που είδαμε μέχρι τώρα, αποτελούν την κρατική συγκάλυψη αυτού του ένοχου -αποικιοκρατικού- μυστικού.

Μετά τον Β’ Π.Π., βρισκόμαστε στην περίοδο της αποαποικιοποίησης, όπου οι αποικίες, κατά βάση με βίαιο τρόπο, ανεξαρτητοποιούνται από τις μεγάλες αυτοκρατορίες και σχηματίζουν έθνη κράτη. Η διαδικασία αποαποικιοποίησης είναι μια αρκετά περίπλοκη συνθήκη και με αρκετές διαφορετικές ποιότητες ανά αυτοκρατορία. Στο παρόν κείμενο, θα σταθούμε μόνο σε κάποια σημεία που αφορούν τη γαλλική αυτοκρατορία και τη γενεαλογία της γαλλικής εργατικής τάξης.

Η ίδια περίοδος για τη Γαλλία ονομάζεται ιστορικά ως “Χρυσή Τριακονταετία”7. Μέσα από την καταστροφή εμπορευμάτων, παραγωγής, κ.α., δηλαδή μέσα από τον πόλεμο, ανθίζει ο καπιταλισμός. Η Γαλλία, και κάθε δυτική δύναμη που σεβόταν τον εαυτό της, μετά το πέρας του Β’ Π.Π. αναζητά φτηνό και υποτιμημένο εργατικό δυναμικό. Το γαλλικό κράτος στρέφεται στις πρώην αποικίες της και θέτει ευνοϊκούς όρους μετανάστευσης προς τη Γαλλία. Βρισκόμαστε, λοιπόν, σε μια εποχή όπου οι μηχανικοί πιάνουν δουλειά για την ανοικοδόμηση, η ανεργία τείνει να εξαφανιστεί, η υποτίμηση της εργατικής τάξης συνεχίζεται και εντείνεται για το νέο πολυεθνικό κομμάτι της.

Αυτή η τριανταετία, καλή χρυσή για τον γαλλικό καπιταλισμό, αλλά για τις αποικίες του είναι βουτηγμένη στο αίμα. Η βία που προσφέρει το γαλλικό κράτος στη καταστολή της Αλγερινής επανάστασης, εντός και εκτός συνόρων, είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα8.

Για να μη μακρυγορούμε, όλα αυτά συνοψίζουν μια τριπλή στρατηγική για το γαλλικό κράτος. Πρώτον, επωφελείται από τον πόλεμο στην Αλγερία, καθώς αυτές οι συνθήκες αναγκάζουν όλο και περισσότερους να μεταναστεύσουν προς τη Γαλλία. Δεύτερον, δημιουργεί κάποιους ευνοϊκούς όρους μετανάστευσης από τις πρώην αποικίες της, για να προσελκύσει και άλλους/ες μετανάστ(ρι)ες. Τρίτον, πειθαρχεί την εργατική τάξη του, ακόμα και με στεγνές εκτελέσεις για να καταστείλει τις αντιδράσεις της. Συνεπώς διακρίνουμε ένα σχήμα καλά οργανωμένο: πόλεμος και ευνοϊκοί όροι υποδοχής ίσον μετανάστευση, δολοφονίες και γκετοποίηση στα προάστια, ίσον πειθαρχία και υποτίμηση. Η Αλγερία είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα διαχείρισης της αποαποικιοποίησης του γαλλικού κράτους. Το παραπάνω σχήμα λειτούργησε λίγο – πολύ σε όλες τις περιπτώσεις των αποικιών.

Το τελευταίο στάδιο αυτό της πειθαρχίας είναι αυτό στο οποίο θέλουμε να σταθούμε στο παρόν κείμενο, καθώς μέσω αυτού οργανώθηκε ταξικά η μητρόπολη και αυτό είναι το νήμα που μας συνδέει με την εξέγερση του 2005.

Ζωολογικός κήπος με παρουσία “Αυθεντικών Σομαλών”, Παρίσι 1890. Αυτοί οι άνθρωποι που εκτίθενται στην εικόνα, είναι οι ίδιοι που θα βρεθούν στον πάτο της γαλλικής εργατικής τάξης κάποιες δεκαετίες αργότερα.

Η ώρα της ανοικοδόμησης

“Χωρίς του γονείς μας δεν θα υπήρχε τίποτα εδώ, εμείς φτιάξαμε τη Γαλλία και δεν πρέπει να το ξεχνάνε9

Κατά τη χρυσή τριακονταετία, εκατομμύρια άνθρωποι μεταναστεύουν στη Γαλλία. Έτσι, ξεκινάει ένα πρόγραμμα οικοδόμησης10 εργατικών μπλοκ στα προάστια και δημιουργούνται οι δυαδικές πόλεις στις οποίες, από τη μία, βρίσκεται το κέντρο της πόλης, το κέντρο της κατανάλωσης και της κυκλοφορίας εμπορευμάτων και, από την άλλη, τα banlieue11, τα προάστια. Εδώ, δεν συναντούμε το παράδειγμα της προαστιοποίησης, όπως αυτό έχει συναντηθεί σε διάφορες περιόδους, όπου στρώματα της μεσαίας (και πάνω) τάξης μετακινούνται εκτός πόλης και φτιάχνουν αποστειρωμένες κοινότητες, κατά το παράδειγμα των ΗΠΑ. Αυτά τα γαλλικά προάστια, αντιθέτως, είναι εντός πόλης, καθώς εκεί συγκεντρώνεται η καρδιά της καπιταλιστικής παραγωγής, η εργατική τάξη, ή αλλιώς “αποτελεί το σημείο μηδέν απ’ όπου δομείται η σύγχρονη μητρόπολη”12.

Μετά τη χρυσή τριακονταετία, η πειθαρχία εισέρχεται σε νέο στάδιο και το γαλλικό κράτος αλλάζει τη μεταναστευτική πολιτική του13. Εντείνεται η εγκληματοποίηση και ξεκινούν επιχειρήσεις «σκούπα» με αρκετό θέαμα και με μπροστάρη τον υπουργό δημόσιας τάξης, Michel Poniatowski14, στο ρόλο του terminator.

Εδώ αυτοπροσώπως και με αυτοθυσία, ο Poniatowski ελέγχει ο ίδιος κόσμο για να βρει τους “εγκληματίες μετανάστες”.

Πλέον, οι μετανάστες και οι μετανάστριες αποτελούν δομικό κομμάτι του γαλλικού πληθυσμού, πάντα παραμερησμένο έξω από τα κέντρα των πόλεων. Ακολουθεί μια έντονη περίοδος, από τα 80’ εώς και την εξέγερση του 2005 που, από τη μία, η κρατική διαχείριση εναλλάσσει το καρότο και το μαστίγιο και, από την άλλη, εξελίσσονται κάποιες ενδιαφέρουσες συγκρούσεις.

Η παραπάνω εικόνα είναι από το κλιπ του κομματιού UZI από τον Kekra. Βλέπουμε τις πολυκατοικίες μαζικής κατοίκησης Les Damiers της περιοχής Courbevoie, οι οποίες χτίστηκαν τη δεκαετία του 70’. Στο φόντο βλέπουμε γυάλινους ουρανοξύστες όπου βρίσκεται μια επιχειρηματική περιοχή του Παρισιού. Το συγκεκριμένο μέρος συμπυκνώνει την ταξική αντίθεση. Εκεί μεγάλωσε ο Γάλλος ράπερ Kekra, μαροκινής καταγωγής που βίωσε αυτήν την αντίθεση στο πετσί του. Περισσότερα για τον Kekra: https://www.newfrenchculture.com/dossier/kekra/.

Αυτοοργάνωση και αριστερή διαμεσολάβηση μέχρι το 2005

“Από τη Μαύρη Αφρική εώς το Μαγκρέμπ και από την Κορσική εώς την Ιρλανδία, οι μειονότητες ξεσηκώνονται, το αίμα μας βγαίνει από την ίδια πηγή, γι’ αυτό δεν υπάρχει ποτέ ανακωχή, δεν ψηφίζω, δεν με ενδιαφέρει η θεσμική πολιτική.”15

Η δεκαετία του ‘80 είναι μια δεκαετία του σοσιαλιστικού κόμματος και του Φρανσουά Μιτεράν. Αυτό δεν σημαίνει λιγότερη ταξική εκμετάλλευση αλλά μια πιο αριστερή ταξική εκμετάλλευση. Είναι η δεκαετία των κρατικών συλλόγων και του κράτους πρόνοιας.

Ξεκινάει μια σειρά συγκρούσεων με πρωταγωνιστές νεαρούς/ές μετανάστ(ρι)ες δεύτερης γενιάς. Το καλοκαίρι του 1981, στις εργατικές κατοικίες Minguettes16 σε προάστιο της Λιόν, νέοι αραβικής καταγωγής κλέβουν αυτοκίνητα μεγάλου κυβισμού από το κέντρο της πόλης και τα καίνε στα προάστια (250 αυτοκίνημα καταγεγραμένα). Η εξέγερση, που ονομάστηκε «hot summer», κρατάει λίγες μέρες αλλά αποτελεί έμπνευση και αρχή μιας εναντίωσης του πολυεθνικού προλεταριάτου απέναντι στην υποτίμηση του. Συμβαίνουν αυθόρμητες εκρήξεις στους προαστιακούς τόπους εξορίας ανά τη γαλλική επικράτεια, κάτι που το κράτος και τα μίντια ονομάζουν “κρίση των προαστίων”, θέλοντας, έτσι, να αποπολιτικοποιήσουν τον αυθόρμητο αρνητισμό και να τον στρέψουν σε «εσφαλμένες πολιτικές επιλογές» της Πολιτείας και στην αναζήτηση λύσης από το κράτος πρόνοιας.

Η απάντηση στο «hot summer» είναι το «anti-hot summer operation» που προσπαθεί να αποφύγει τη πιθανότητα αναζωπύρωσης των επεισοδίων. Έτσι, με μπροστάρη τη σοσιαλιστική κυβέρνηση, παίρνουν μπρος οι μηχανισμοί διαμεσολάβησης της αρνητικότητας και η μαγική μεταμόρφωση της σε δημοκρατικό αίτημα.

Κάπως έτσι θα μπορούσαμε να δούμε και την πορεία που διοργανώθηκε, για την ισότητα και τα πολιτικά δικαιώματα, από μετανάστ(ρι)ες βορειοαφρικανικής καταγωγής. Η εν λόγω πορεία, ξεκίνησε από τη Μασσαλία στις 15 Οκτωβρίου του 1983 και έφτασε στο Παρίσι στις 3 Δεκεμβρίου, όπου την υποδέχτηκαν 100.000 άτομα. Με μια πρώτη ματιά, θα λέγαμε ότι αυτή η πορεία κατάφερε να κάνει εμφανή την υποτίμηση των μεταναστ(ρι)ών στα προάστια και προφανώς, κάτι τέτοιο μπορεί να ισχύει. Ταυτόχρονα, όμως, είναι μια πορεία που εντάχθηκε στον αριστερό μηχανισμό διαμεσολάβησης. Έριξε τα φώτα στο κέντρο της εξουσίας, το Παρίσι, και βύθισε στο σκοτάδι τους τόπους ζωής αυτών των υποκειμένων, τα προάστια. Μια πάγια τακτική της αριστεράς είναι να διαμεσολαβεί τους αγώνες με αυτόν τον τρόπο. Να τους προωθεί προς τα κέντρα εξουσίας (κοινοβούλιο, δημαρχεία, υπουργεία, κ.ο.κ.) και να τους μετατρέπει σε αιτήματα προς έναν πολιτικό φορέα. Είμαστε σίγουροι πως το κράτος διαχειρίζεται εύκολα οτιδήποτε μεταμορφώνεται σε αίτημα προς τους φορείς του. Μεταφέρει τον αγώνα στο γήπεδο του, όπου το ρόλο του διαιτητή παίζει η αριστερά. Γι’ αυτό, άλλωστε, αποτελεί οργανικό κομμάτι του κράτους και του κρατικού ελέγχου.

Η τραγική κατάληξη στην απεργία της αυτοκινητοβιομηχανίας Tablot17, ένα μήνα μετά τη παραπάνω πορεία, έρχεται να επανορθώσει όποια στρεβλή εικόνα. Εκεί, οι Γάλλοι εργάτες και μέλη του συνδικάτου, επιτίθενται στους απεργούς μετανάστες και σπάνε την κατάληψη του εργοστασίου. Αντίθετα με ό,τι ψευδαισθήσεις μπορεί να χτίστηκαν περί ισότητας δικαιωμάτων, εδώ βλέπουμε ξεκάθαρα την επίθεση στην ίδια την πολυεθνικότητα της τάξης σε συνεργασία με την γαλλική εθνική συσπείρωση.

Η αριστερή διαμεσολάβηση αναβαθμίστηκε με την οργάνωση “SOS-ρατσισμός”18 (1984), η οποία ανέλαβε τον έλεγχο των αντιδράσεων και αφαίρεσε τον λόγο από τα ίδια τα υποκείμενα για να τον δώσει σε επαγγελματίες φιλάνθρωπους πολιτικούς. Με άλλα λόγια, προσπάθησε να αορατοποιήσει την ταξική εκμετάλλευση των μεταναστ(ρι)ών και να υπερτονίσει το θέμα του ρατσισμού. Ο ρατσισμός, βέβαια, υπήρχε και υπάρχει, σε άψογη συνεργασία με την ταξική καταπίεση των νεαρών μεταναστ(ρι)ών των γκέτο. Αυτή η προσπάθεια από τη “SOS-ρατσισμός” είχε ως στόχο να διασπάσει τη πραγματικότητα σε δύο κομμάτια, στην απόκρυψη του καπιταλισμού από τη σχέση εκμετάλλευσης. Όπως πολύ εύστοχα επισημαίνει και ο Alèssi Dell’Umbria, “σύσσωμη η τάξη των πολιτικών είχε την πολυτέλεια να ψηφίσει ένα νόμο κατά του ρατσισμού χωρίς εμφανώς να αλλάξει τίποτα απολύτως στη καθημερινή ζωή των νέων που είναι εξόριστοι στα προάστια”19.

Το 1984 αρχίζουν και στήνονται οργανωμένες αντιφασιστικές ομάδες που αντιτίθενται στο φασισμό της FN20 και εχθρεύονται την αριστερά και τον αντιμεταναστευτικό της λόγο21. Οι εν λόγω αντιφασιστικές οργανώσεις, ναι μεν εμπεριέχουν στους κόλπους τους μετανάστ(ρι)ες, δεν καταφέρνουν, όμως, να συνδεθούν οργανικά με τους ανθρώπους των προαστίων. Ενώ πορεύονται με την αφήγηση του «παρατημένου προαστίου» και με υποστηρικτικές θέσεις ενάντια στο δόγμα ασφάλειας και το μεταποικιακό απαρτχάιντ που υφίστανται οι μετανάστ(ρι)ες, μιλούν πάντα από μια εξωτερική θέση, για κάποιους «άλλους» που ζουν στα προάστια22.

Η δεκαετία του 90’ ακολουθεί το παράδειγμα του καλοκαιριού του 1981. Τα επεισόδια της δεκαετίας ξεκινούν το 1990, από το Vaulx-en-Velin έξω από τη Λιόν, σε άλλη μια εργατική γειτονιά βορειοαφρικανών. Εκεί σημειώνεται για το κράτος ένα «ατύχημα», ενώ για εμάς η δολοφονία του Thomas Claudio από μπάτσους. Αν και αναφερόμαστε σε εξέγερση λίγων ημερών, τα συγκεκριμένα επεισόδια έχουν κομβική σημασία. Κατ’αρχάς, πιάνουν το νήμα από το 1981 και το “hot summer”, αποδεικνύοντας ότι μια ολόκληρη δεκαετία αριστερής διαμεσολάβησης και κράτους πρόνοιας δεν ήταν αρκετή για να αφομοιώσει την εργατική αρνητικότητα. Κατά δεύτερον, συμβαίνει σε μια περιοχή όπου ο  δήμαρχος προέρχεται από το κομμουνιστικό κόμμα. Ο συγκεκριμένος δήμαρχος ήταν ενεργός σε προγράμματα ενάντια στην ανεργία και στο πρόγραμμα “politique de la ville” (πολιτική της πόλης). Πρόκειται για ένα πρόγραμμα κράτους πρόνοιας που αφορά παροχές στην εκπαίδευση και τον αστικό επανασχεδιασμό.

Αν και από χρόνια πριν είχε εδραιωθεί η εχθρότητα απέναντι στο ΚΚΓ23, αυτή η ,κατά τα άλλα, αντίθεση παράγει νοήματα: στον τόπο με τον “κομμουνιστή δήμαρχο”, στον τόπο που ανθίζει το κράτος πρόνοιας, πάλι νεαροί μετανάστες και νεαρές μετανάστριες εξεγείρονται. Όπως το έθεσε και ένας Μαροκινός μετανάστης τότε, “η αιτία της έκρηξης δεν ήταν ότι κάποιος πέθανε σε ατύχημα, ο λόγος είναι ότι φτάσαμε στο όριο μας με τους μπάτσους”24.

Η δεκαετία θα προχωρήσει μέχρι το 2004, με πολλές μικρές και μεγάλες εξεγέρσεις στα γαλλικά προάστια, οι οποίες θα συνεχίζουν να διατυπώνουν το παραπάνω μοντέλο25. Οι δολοφονίες μεταναστών από μπάτσους θα συνεχιστούν αμείωτα, το FN θα εδραιωθεί στη πολιτική σκηνή και τα γαλλικά μίντια θα δουλεύουν «ενάντια στη λαθρομετανάστευση».

Έχοντας πια συνθέσει αρκετά κομμάτια του παζλ, μπορούμε να καταλάβουμε πως δομήθηκε το μεταποικιακό απαρτχάιντ στις δυτικές μητροπόλεις και ειδικότερα, στη Γαλλία. Η συνθήκη απαρτχάιντ που επικρατούσε στους αποικιακούς κόσμους αναπαράγεται μεταποικιακά, μεταξύ των ίδιων ανθρώπων, των ανθρώπων που μετανάστευσαν από τις πρώην αποικίες και των αποικιοκρατών26. Έτσι, φτάνουμε στην εξέγερση. Όλα τα παραπάνω, συντελούν στο γιατί οι μετανάστ(ρι)ες, των γαλλικών προαστίων, δεν είδαν ποτέ ως ατύχημα το θάνατο των δύο παιδιών.

Θεωρούμε ότι δεν έχει νόημα να περιγράψουμε τα γεγονότα μέρα προς μέρα σε μορφή ρεπορτάζ. Αυτή η δουλειά έχει γίνει από πολλές πηγές και είναι διαθέσιμη στο ίντερνετ27. Αφού έχουμε ένα σύντομο ιστορικό background, θέλουμε να σταθούμε στα σημεία εκείνα που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τον κόσμο γύρω μας και θα μας εξοπλίσουν ενάντια στη συνεχή υποτίμηση που βιώνουμε. Έτσι, ευελπιστούμε να διαφύγουμε από μια ξερή ιστορική παράθεση που φλερτάρει με τον ακαδημαϊσμό και αποσυνδέεται από τα γεγονότα. Θέλουμε να μιλήσουμε, λοιπόν, για τρία πράγματα: την αδιαμεσολάβητη αρνητικότητα που εξέφρασε η εργατική τάξη των γαλλικών προαστίων, την κρατική πειθάρχηση και το ρόλο και τη δράση της (γαλλικής) αριστεράς.

2005: Η στιγμή της έκρηξης

“Η έκφραση του θυμού μας είναι ο μόνος τρόπος για να ακουστούμε.”28

Είναι ξεκάθαρο, ότι τα αίτια της μεγάλης εξέγερσης που ακολούθησε, δε συμπυκνώνονται στη δολοφονία των δύο μεταναστών. Στη πραγματικότητα, είναι μια έκρηξη που εμπεριέχει την μακρόχρονη επισφάλεια, την καταστολή, τις δολοφονίες, το ρατσισμό, τον αποκλεισμό. Είναι μια εξέγερση που ένωσε φωνές και οργάνωσε από κοινού τόσο ανθρώπους της εργατικής τάξης που ζούσαν τα ίδια πράγματα όσο και κάποιους/ες που γνώριζαν ότι η επιβίωση τους περνάει μέσα από την προλεταριακή αυτοοργάνωση. Με άλλα λόγια, οι νέοι και οι νέες της εργατικής τάξης, δεν έτρεφαν αυταπάτες απέναντι στη κρατική πρόνοια. Απεναντίας, ήταν καχύποπτοι και καχύποπτες απέναντι στους επαγγελματίες πολιτικούς που τους προσέγγιζαν. Οι εξεγερμένοι/ες δεν θέλησαν να μπουν σε μια «εντός νόμου» διεκδίκηση. Ούτε έφυγαν από τα προάστια ούτε άνοιξαν διάλογο με το κράτος όσο και αν προσπαθούσαν τα γαλλικά μίντια να μεταφράσουν την εξέγερση τους σε αιτήματα. Συνεπώς, βλέπουμε την αμφισβήτηση του κέντρου ως πηγή εξουσίας όπου ένα πολιτικό σώμα διατυπώνει τα αιτήματα του. Πρόκειται για ένα χρήσιμο συμπέρασμα, καθώς μας δείχνει ακριβώς τη μηδαμινη πίστη που έχει το πιο υποτιμημένο κομμάτι της τάξης μας απέναντι στους κρατικούς μηχανισμούς. Σε αυτή την κατάσταση μπορούμε να εντάξουμε και τους εμπρησμούς έξι ΑΝΡΕ (αντίστοιχος γαλλικός ΟΑΕΔ), παρ’ότι από τη 1η Ιανουαρίου του 2005 θα ίσχυαν νέα μέτρα κατά της ανεργίας29. Αυτοί οι όροι προλεταριακής αυτοοργάνωσης αναπτύσσονται. Νέοι και νέες, μεταναστευτικής καταγωγής, οργανώνονται σε συμμορίες30, εκφράζουν τη εμπειρία τους μέσα από το ραπ – άλλωστε το γαλλικό ραπ ξεκίνησε τις προηγούμενες δεκαετίες μέσα στα γαλλικά προάστια- και χτίζουν την ταξική καχυποψία τους απέναντι στα τυράκια του κράτους και της αριστεράς. Έτσι, καταφέρνουν να δομήσουν μια κοινή γλώσσα μεταξύ τους, η οποία διαφεύγει των ορίων ενός προαστίου. Είναι η κοινή γλώσσα που κατάφερε να ενώσει και να συντονίσει τις διαφορετικές παρέες και τα διαφορετικά προάστια απέναντι στο γαλλικό ρατσισμό και την ταξική υποτίμηση.

“Στους επιζώντες της σκληρής εργασίας, που σαρώνουν τις πόλεις τους σαν αντάρτες” – Από το κομμάτι Pour ceux της ραπ κολεκτίβας mafia K1 fry από τη Γαλλία που δραστηριοποιείται από το 1995.

Σε όλα τα παραπάνω, μπορούμε να δούμε μια κοινή συνισταμένη μεταξύ όλων των εξεγέρσεων από τις αρχές της δεκαετίας του 80’: την επιμονή στον εμπρησμό αυτοκινήτων. Οι δίοδοι εισόδου και εξόδου στα προάστια είναι και οι δίοδοι που διασχίζουν τα αυτοκίνητα. Σε αυτές τις διόδους/ εξόδους βρίσκονται τα σημεία ελέγχου και το όριο ανάμεσα στο κέντρο και τα προάστια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο περιφερειακός του Παρισιού που, πολεοδομικά και νοηματικά, αποτελεί το σύνορο μεταξύ δύο κόσμων31. Ο εμπρησμός αυτοκινήτων είναι , από τη μια, ο τρόπος να αμφισβητηθεί αυτό το σύνορο και τα σημεία ελέγχου του και, από την άλλη, η δήλωση «θα μείνουμε εδώ». Και έτσι έγινε. Έμειναν εκεί, φτάνοντας στο σημείο να καίνε όχι μόνο τα αυτοκίνητα των ίδιων των κατοίκων των προαστίων, αλλά και τα δικά τους, με τελικό απολογισμό το 2005, 8973 καμένα αυτοκίνητα.

Παραφράζοντας τον Ρενέ Μαγκρίτ, μπορούμε να πούμε ότι αυτό εδώ δεν είναι ένα αυτοκίνητο. Είναι ο πολεοδομικός αποκλεισμός που υφίστανται οι κάτοικοι των προαστίων (φωτογραφία από επεισόδια στα προάστια του Παρισιού, το όνομα του/της φωτογράφου άγνωστο).

Αυτή η επιμονή των εξεγερμένων να μείνουν στον τόπο κατοικίας τους εξέθεσε κάποιους κρατικούς μηχανισμούς. Το κράτος και οι διαμεσολαβητικοί μηχανισμοί του, δηλαδή η αριστερά, δεν μπόρεσαν να ελέγξουν την εξέγερση και πλέον έπρεπε να την πειθαρχήσουν. Έτσι, η στρατιωτικοποιημένη εκδοχή του κράτους, αφού δε μπορούσε να βγάλει τους εξεγερμένους έξω, μπήκε μέσα στα προάστια. Οι τεχνικές που χρησιμοποίησε το γαλλικό κράτος δεν μας φαίνονται καθόλους ξένες: απαγόρευση κυκλοφορίας32, δημιουργία νέων αστυνομικών δυνάμεων, απελάσεις συλληφθέντων33, κατηγορία για θρησκευτικό φονταμενταλισμό, εθνική αφήγηση και ρατσισμός. Ο Σαρκοζί, ως υπουργός εσωτερικών κατά την εξέγερση, επισκέπτεται τα προάστια με συνοδεία μπάτσων και διαβεβαιώνει σε ντόπιο πολίτη ότι θα τον απαλλάξει από τα “αποβράσματα” (racaille)34. Την ίδια στιγμή, δηλώνει πως πρέπει να εξετάζονται τα παιδιά δημοτικού από ψυχιάτρους για προβληματικές συμπεριφορές και να γίνει εκμάθηση γαλλικών στους γονείς για να ανακτήσουν τον έλεγχο των παιδιών τους35.

Ένα ενδιαφέρον στιγμιότυπο από την ταινία Les Misérables (βλ. σημείωση 28) όπου μια παρέα μεταναστών αράζει και ακούγονται χαρακτηρισμοί, από τον μπάτσο που μιλάει, που τους εγληματοποιούν και τους θεωρούν απειλή για τη δημόσια υγεία. Εύστοχο σημείο της ταινίας καθώς αυτά τα δύο σημεία, ο μπάτσος και ο γιατρός, συνεργάζονται άψογα σε ό,τι ζούμε και σήμερα.

Τι έκανε η αριστερά εκείνη τη περίοδο; Προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να αποφύγει μια εξέλιξη τόσο βίαιη από τη μεριά του κράτους. Όχι φυσικά για το καλό των μεταναστών, αλλά για το καλό του ίδιου του κράτους. Οι αριστεροί, στη διάρκεια των εξεγέρσεων, διαδήλωναν ενάντια στη καταστολή και υπέρ της ισότητας. Διαδήλωναν στα κέντρα των πόλεων, στα κέντρα εξουσίας. Είναι ο μηχανισμός που έχουμε ήδη αναφέρει στο κείμενο: οι επαγγελματίες πολιτικοί προσπαθούν να διαμαρτυρηθούν στα κέντρα εξουσίας, ενώ οι ίδιοι οι εξεγερμένοι αποφεύγουν να το κάνουν. Όχι, δεν είναι καλή θέληση, αλλά κρατική δουλειά. Είναι ο φόβος για μια εξέγερση δίχως αιτήματα, με μπόλικο αρνητισμό και αυθορμητισμό, που ξεκινάει από τη βιωμένη εμπειρία.

Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις της Εθνικής εκτελεστικής επιτροπής του ΚΚΓ: “[…] η επιβολή της τάξης αποτελεί μια επείγουσα αναγκαιότητα. Δεν μπορεί όμως να επιτευχθεί με την αποδοχή της κλιμάκωσης της βίας. Το Κομμουνιστικό Κόμμα προτείνει να τεθεί σε εφαρμογή ένα σύνολο μέτρων που θα επιτρέψουν το σταμάτημα αυτής τη όλο και πιο επικίνδυνης εξέλιξης […]”. Ή του εκπροσώπου του κόμματος “εργατική πάλη” (lutte ouvrière): “[…] Σε αυτά βασίζεται ο Σαρκοζί για να ξεδιπλώσει όλη τη δημαγωγία του περί ασφάλειας … και να προσπαθήσει να εμφανιστεί ως υπερασπιστής των λαϊκών συνοικιών, υποσχόμενος την επαναφορά της τάξης […] Αλλά αυτά δεν είναι παρά δημαγωγίες ενός ανθρώπου που προσπαθεί να γίνει αρεστός στους ψηφοφόρους της ακροδεξιάς. Ακόμα και στο αυστηρά αστυνομικό επίπεδο, δεν υπάρχουν πλέον, στις λεγόμενες ευαίσθητες συνοικίες, επιτόπιοι αστυνομικοί ή μόνιμα επανδρωμένα αστυνομικά τμήματα […]”36.

Η αλήθεια είναι ότι αυτή η πλευρά του κράτους, προσπάθησε πολύ. Ανακοίνωση μέτρων κατά της ανεργίας, αύξηση επιδοτήσεων σε συλλόγους απασχόλησης νέων, επιστράτευση εναλλακτικών «ενεργών πολιτών». Σχετικά με  το τελευταίο, έχει ενδιαφέρον το παράδειγμα του Djamel Debbouze, ενός ηθοποιού μαροκινής καταγωγής, ο οποίος, κατά τη διάρκεια της εξέγερσης, καλούσε τους νέους και τις νέες των προαστίων, να εγγραφούν στις εκλογικές λίστες37. Η έγκλιση για συμμετοχή στις εκλογές είναι ακριβώς αυτή η πρακτική της θεσμοθέτησης των αγώνων. Είναι το σημείο όπου η οργανωμένη προλεταριακή άρνηση απομονώνεται πίσω από το παραβάν και χωρίζεται σε ψηφοδέλτια. Είναι οι ίδιοι άνθρωποι που μιλούσαν για πρόβλημα του εκπαιδευτικού συστήματος και για χαμηλή μόρφωση. Λες και η κρατική εκπαίδευση δεν πάει χέρι χέρι με την κρατική εκμετάλλευση. Συνοψίζοντας, όσοι δε μιλούσαν με καθαρό ρατσισμό, μιλούσαν με εναλλακτικό ρατσισμό, υπέρ του κράτους και ενάντια στους/στις εξεγερμένους/ες.

Εδώ μερικοί αριστεροί, με κεντρικό σύνθημα “καμία ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη”.

Τι κρατάμε;

Για εμάς, αυτή η εξέγερση είναι πολύ σημαντική. Ο κρατικός μηχανισμός δεν μπόρεσε να τη ελέγξει, καθώς απέτυχε τόσο η απαγόρευση κυκλοφορίας όσο και ο ρόλος της αριστεράς. Το μόνο που πέτυχε είναι ένας στρατός μπάτσων να πολεμάει μέρα νύχτα με τους εξεγερμένους και τις εξεγερμένες. Αυτό δεν σημαίνει ότι υποτιμούμε τα αποτελέσματα μιας μάχης σώμα με σώμα με την κρατική καταστολή, αλλά ότι αυτή η εξέγερση, όπως και άλλες τόσες, μας βοηθά να βλέπουμε καθαρότερα και με περισσότερη καχυποψία τις κινήσεις των εχθρών μας.

Οι άνθρωποι στους οποίους αναφερόμαστε στις προηγούμενες σελίδες, κατάφεραν, ως επί το πλείστον, να μείνουν αδιαμεσολάβητοι μέσα από την ταξική τους καχυποψία. Ένα εργαλείο που ακόνισαν μέσα από δεκαετίες ταξικής υποτίμησης και ρατσισμού. Αυτή η οπτική είναι χρήσιμη για την τάξη μας, σε όποια ιστορική περίοδο και αν την εφαρμόσουμε. Προτάσσουμε την καχυποψία, λοιπόν, απέναντι στο κράτος και τους ειδικούς του, την αριστερά και τους αγώνες της, προσπαθώντας να τους διακρίνουμε ως κομμάτια του ίδιου παζλ. Έτσι, θα πετύχουμε την αυτονομία μας από την αριστερά, το κράτος και τους φίλους του.

Είδαμε με μεγάλο ενδιαφέρον την αμηχανία των κρατικών μηχανισμών όταν κατάλαβαν ότι πρέπει να βουτήξουν στα βαθιά. Εκεί τους οδήγησε η επιλογή των εξεγερμένων να μείνουν εκεί που ζούνε και να υπερασπιστούν τις κοινότητες τους. Μια δυναμική που πυροδότησε και την άμεση ή έμμεση επικοινωνία μεταξύ κομματιών της πολυεθνικής εργατικής τάξης από διαφορετικά μέρη. Αυτός ο αστερισμός μας οδηγεί στο σήμερα, στην προλεταριακή οργάνωση και την κινητικότητα στις γειτονιές μας, μακριά από αιτήματα στα κέντρα εξουσίας ή διαλεκτική με τους φορείς της. Μόνο έτσι μπορούμε να αποδομούμε την κρατική αφήγηση. Για την εξέγερση δεν ευθύνεται ούτε το «μορφωτικό επίπεδο», ούτε ο «ισλαμιστικός εξτρεμισμός», ούτε το εμπόριο ναρκωτικών, ούτε κάποια ελλειπή πολιτική πρόνοιας. Ευθύνεται η ταξική εκμετάλλευση, ο ρατσισμός της και, ιστορικά, η αποικιοκρατία. Διακρίνουμε το αιτιατό και το αίτιο και τα τοποθετούμε στη σωστή θέση, κόντρα στην αντιστροφή που επιχειρεί το κράτος38.

Για το τέλος, κρατήσαμε το πιο επίκαιρο: οι απαγορεύσεις κυκλοφορίας δεν αποφασίζονται ποτέ για το καλό μας. Πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι αποτελεί ένα χρήσιμο όπλο στα χέρια του κράτους, για τη διαχείριση της εργατικής του τάξης, είτε μιλάμε για την Αλγερία του 1955, είτε για το Παρίσι του 2005, είτε για την Ελλάδα του 2021.

Graffiti από Γαλλικά προάστια.

_______

  1. Μετανάστης των προαστίων του Παρισιού, από την εκπομπή “Εξάντας”, σκηνοθεσία Γιώργος Αυγερόπουλος, ΕΡΤ, 2006 (https://www.youtube.com/watch?v=b54pg_pIGEA).
  2. Commission nationale de l’informatique et des libertés (εθνική επιτροπή πληροφορικής και ελευθεριών), Site: www.cnil.fr/en.
  3. Το 2019, το INSEE (Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικών και Οικονομικών Μελετών) θεωρεί πως το12% του πληθυσμού της Γαλλίας έχει μεταναστευτικές ρίζες. Μέσα σε αυτό το ποσοστό, κρύβονται περίτεχνα τα εγγόνια των μεταναστών και των μεταναστ(ρι)ών που ήρθαν μετά τον Β’ Π.Π.. Το 2015, η Γαλλίδα δημογράφος Michèle Tribalat συνθέτει μια διαφορετική στατιστική, συμπεριλαμβάνοντας και την τρίτη γενιά μεταναστών. Το αποτέλεσμα αυτή τη φορά είναι 30%. Δηλαδή ένας στους τρεις Γάλλους και Γαλλίδες έχουν μεταναστευτικές ρίζες (link έρευνας: journals.openedition.org/eps/6073).
  4. Ως προτεκτοράτο θεωρείται ένα κράτος, το οποίο βρίσκεται υπό την προστασία ενός άλλου κράτους. Μια τέτοια συμφωνία, συνήθως, γίνεται λόγω οικονομικών δυσκολιών ενός κράτους. Φυσικά, η «προστασία» έχει ως αντάλλαγμα την εθνική κυριαρχία του προστατευόμενου κράτους. Με άλλα λόγια, είναι μια εναλλακτική μορφή αποίκησης.
  5. Οι πιο σημαντικές αποικίες της γαλλικής αυτοκρατορίας, οι οποίες αποτέλεσαν συνάμα και το κυρίως δοχείο εργατών για τη γαλλική ανοικοδόμηση, ήταν χώρες της Αφρικής. Βασικές ήταν το λεγόμενο Μαγκρέμπ, δηλαδή η Αλγερία (αποικία από το 1830), η Τυνησία (προτεκτοράτο από 1881), το Μαρόκο (προτεκτοράτο – 1912), όπως επίσης και Δυτικές χώρες της Αφρικής με κυριότερες το Μάλι (1892), την Ακτή Ελεφαντοστού (1893), τη Σενεγάλη (1895), τη Ρεουνιόν (1896), το Κογκό (1908). Για τη περίπτωση της Ρεουνιόν, που θεωρείται ακόμα γαλλικό έδαφος, έχει ενδιαφέρον το σκάνδαλο της απαγωγής παιδιών από Γάλλους και η μεταγωή τους στη μητροπολιτική Γαλλία, τη δεκαετία του ‘60, όπου τα είχαν μεταχείριση δούλων (περισσότερα εδώ: https://www.theguardian.com/world/2014/feb/16/france-reunion-stolen-children και εδώ: https://www.youtube.com/watch?v=PIYBxdB886k). Φυσικά, αρκετοί/ές μετανάστ(ρι)ες προέρχονταν και από αποικίες, ή πρώην αποικίες, της Ασίας και της Αμερικής, καθώς και από φτωχότερες ευρωπαϊκές χώρες, άσχετες με την αποικιακή ιστορία της Γαλλίας. Οι περισσότερες πληροφορίες πάρθηκαν από το βιβλίο “Αποικιακές αυτοκρατορίες, η εξάπλωση της Ευρώπης στον κόσμο 16ος – 20ος αιώνας”, του Λάμπρου Φλιτούρη, εκδόσεις Ασίνη, 2016. Υπάρχει λεπτομερειακός πίνακας των αποικιών μέχρι τον Α’ Π. Π. στη σελίδα 230 του βιβλίου.
  6. Εξ’ άλλου, η έκδοση γαλλική υπηκοότητας, ειδικά για τους/τις μετανάστ(ρι)ες από τις πρώην αποικίες, ήταν μια σχετικά εύκολη υπόθεση στη μεταπολεμική Γαλλία. Μία ακόμα τακτική που αποκρύπτει την πολυεθνικότητα της εργατικής τάξης.
  7. Για μια γρήγορη ματιά στο τι είναι η Χρυσή Τριακονταετία, αρκεί και το αντίστοιχο λήμμα του wikipedia: en.wikipedia.org/wiki/Trente_Glorieuses.
  8. Ο γαλλο-αλγερινός πόλεμος ή αλλιώς η αλγερινή επανάσταση διήρκησε από το 1955 μέχρι το 1962, όταν και ανεξαρτητοποιήθηκε η Αλγερία. Όλα αυτά τα χρόνια, το γαλλικό κράτος διέπραξε ακραίες βιαιότητες, κάποιες από τις οποίες θα αναφέρουμε ενδεικτικά. Ξεκινώντας ήδη από το 1945 και τη λήξη του πολέμου, στην Αλγερία πολλοί, οι οποίοι πολέμησαν και μαζί με τον γαλλικό στρατό, βγήκαν στους δρόμους να γιορτάσουν και να φωνάξουν υπέρ της εθνικής ανεξαρτησίας. Ο γαλλικός στρατός επενέβει σκοτώνοντας περίπου 40.000 ανθρώπους. Το 1955 ξεκινάει η αλγερινή εξέγερση και ο τότε υπουργός εσωτερικών, Φρανσουά Μιτεράν, δηλώνει “η Αλγερία είναι Γαλλία”. Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν θα προκύψουν πολλές εντάσεις κατά τον πόλεμο, με δολοφονίες, καταστολή, απαγορεύσεις κυκλοφορίας κ.α., για τα οποία έχουν γραφτεί πολλά βιβλία και άρθρα. Θα σταθούμε στο 1961, τη χρονιά με τις περισσότερες εντάσεις, και συγκεκριμένα στις 17 Οκτωβρίου όπου πραγματοποιούνται πορείες Αλγερινών στις λεωφόρους του Παρισιού. Εκείνη τη μέρα, οι μπάτσοι δολοφονούν δεκάδες Αλγερινούς στα αστυνομικά τμήματα και στο δρόμο και ρίχνουν ανθρώπους στο ποταμό Σηκουάνα, που διασχίζει το Παρίσι. Ο ποταμός ξέβραζε πτώματα για μέρες ενώ η ανακοίνωση της αστυνομίας αναφερόταν σε δύο νεκρούς. Από το 1958 έως το 1961 ήταν αρχηγός της αστυνομίας του Παρισιού ο Maurice Papon, αξιωματικός στο καθεστώς Βισύ και συνεργάτης των ναζί κατά τον Β’ Π.Π. Μετά από δεκαετίες άρχισε να αναγνωρίζεται θεσμικά η συγκεκριμένη σφαγή.
  9.  Μετανάστης των προαστίων του Παρισιού, από την εκπομπή “Εξάντας”, σκηνοθεσία Γιώργος Αυγερόπουλος, ΕΡΤ, 2006 (https://www.youtube.com/watch?v=b54pg_pIGEA).
  10. Το πρόγραμμα HLM (habitation à loyer modéré – στέγαση χαμηλού εισοδήματος), που στον μεσοπόλεμο ονομαζόταν HBM (habitation à bon marché – φθηνή στέγαση), είναι ένα πρόγραμμα κατασκευής μαζικών κατοικιών μετά τον Β’ Π.Π. Στις επόμενες δεκαετίες, κατασκευάστηκαν μεγάλα μπλοκ κατοικιών στα προάστια των πόλεων, τα οποία στέγασαν την εργατική τάξη και ειδικότερα τους μετανάστες και τις μετανάστριες, οι οποίοι πήγαν στη Γαλλία μετά τον πόλεμο για να εργαστούν. Τις δεκαετίες του 60’ και του 70’ εμφανίστηκε ο όρος ZUP (zones à urbaniser en priorité – περιοχές σε προτεραιότητα για αστικοποίηση) για να περιγράψει προγράμματα για την ανοικοδόμηση περιοχών στα προάστια, τα οποία εμπεριέχουν και την οικοδόμηση κτιρίων HLM. Όλως τυχαίως, το πρόγραμμα HLM εφαρμόζεται και στην Αλγερία, τη Σενεγάλη και το Κεμπέκ. Όλα πρώην αποικίες ή προτεκτοράτα της γαλλικής αυτοκρατορίας.
  11. Δεν έχουμε κάνα φετίχ να βάζουμε ξένους όρους στα κείμενα μας ώστε να φαίνονται πιο ενδιαφέροντα. Η συγκεκριμένη λέξη είναι βαθιά πολιτική: η λέξη banlieue ετυμολογικά προέρχεται από το ban (απαγόρευση) και lieu (τόπος) και είναι αναγραμματισμός της φράσης “le lieu du ban” που σημαίνει “ο τόπος της εξορίας”. Παραπέμπει, δηλαδή, στον τόπο των “απαγορευμένων”, της καταδικασμένης εργατικής τάξης που ζει εξόριστη.
  12.  “Οδοί διαφυγής στην εξέγερση των γαλλικών προαστίων”, Ελένη Καμπούρη – Παύλος Χατζόπουλος, περιοδικό Θέσεις, τεύχος 95, 2006.
  13. Το 1974 εκλέγεται πρόεδρος της Γαλλίας ο Valéry Giscard d’Estaing. Η εκλογή του συνέπεσε με την οικονομική ύφεση και την πετρελαϊκή κρίση εκείνης της χρονιάς. Τότε, ξεκινάει μια σειρά μέτρων εργατικής υποτίμησης όπως απαγόρευση μετανάστευσης νέων μεταναστ(ρι)ών εργατ(ρι)ών, άρνηση νομιμοποίησης των ήδη υπαρχόντων και κατάργηση του προηγούμενου ευνοϊκού καθεστώτος για μετανάστες και μετανάστριες από τις πρώην αποικίες. Από το 1977, μπαίνουν στο τραπέζι ακόμα αυστηρότερες ρυθμίσεις που αφορούν το “διώξιμο” μεταναστών από τη Γαλλία είτε με μια«βοήθεια επιστροφής» της τάξης των 10.000 φράγκων είτε με τη μη ανανέωση άδειας εργασίας η οποία συνεπάγεται τη μη ανανέωση άδειας παραμονής ( Racaille – Αν αυτοί είναι αποβράσματα… τότε είμαι και γώ, Alèssi Dell’Umbria, εκδ. Λέσχη κατασκόπων του 21ου αιώνα, 2008, σελ. 94, υποσημείωση 106.)
  14. Ο Michel Poniatowski, Γάλλος πολιτικός με πολωνικές ρίζες, είχε τον ρόλο του «σκληρού» και ήταν αυτός που ανέλαβε το υπουργείο εσωτερικών το 1974, κατά τη περίοδο που ξεκίνησε νέο κύμα αντιμεταναστευτικής πολιτικής (βλ. προηγούμενη σημείωση). Ο ίδιος επιδόθηκε σε ένα show όπου έκανε βόλτες μαζί με μπάτσους και ήλεγχε μετανάστες. Όλως τυχαίως, τα προηγούμενα δύο χρόνια, ήτανε υπουργός υγείας.
  15. Στίχος από το κομμάτι L’Etat Assassine του ραπ γκρουπ Assassin. Το συγκεκριμένο κομμάτι συμπεριλαμβάνεται και στο soundtrack της γνωστής ταινίας La Haine (το μίσος) του 1995, η οποία δείχνει μια όψη της ζωής των παρισινών προαστίων.
  16. Εργατικές κατοικίες που χτίστηκαν στα μέσα της δεκαετίας του 60’ για να στεγάσουν μεγάλο αριθμό εργατών μεταναστών που προερχόταν από τις γαλλικές αποικίες της βορείου Αφρικής. Συγκεκριμένα, ανεγέρθηκαν 40 “πύργοι”, με 10.000 διαμερίσματα των 35.000 κατοίκων (από Fabien Jobard, An overview of french riots: 1981 – 2004, Willan Publishing, 2009).
  17. Τον Ιανουάριο του 1984, εργάτες βορειοαφρικανικής καταγωγή απήργησαν και κατέλαβαν το εργοστάσιο όπου δούλευαν, έπειτα από ανακοίνωση πλάνου απολύσεων.
  18. Η “SOS-ρατσισμός” και άλλοι αντίστοιχοι σύλλογοι, χρηματοδοτούνταν από το σοσιαλιστικό κόμμα υπό την κυβέρνηση του Μιτεράν. Ήταν ένας τρόπος ώστε το κράτος να αντιπαρατεθεί με διάφορες αυτοοργανωμένες συλλογικότητες για την ισότητα, οι οποίες προερχόταν από μετανάστ(ρι)ες και εμφανίστηκαν μετά την άνοδο του Μιτεράν (1981). Δεν θα παραθέσουμε άλλες λεπτομέρειες για την “SOS-ρατσισμός”, καθώς εδώ μας αφορά εξαρχής η ύπαρξη αυτής της οργάνωσης ώς μέρος του (αριστερού) κράτους. Περισσότερα θα βρείτε στο “Racaille – Αν αυτοί είναι αποβράσματα… τότε είμαι και γώ” (Alèssi Dell’Umbria, εκδ. Λέσχη κατασκόπων του 21ου αιώνα) στο υποκεφάλαιο “Η αφομοίωση και η καταστολή είναι οι δύο μαστοί που τροφοδοτούν τη δημοκρατία”, σελ.53.
  19. Racaille – Αν αυτοί είναι αποβράσματα… τότε είμαι και γώ, Alèssi Dell’Umbria, εκδ. Λέσχη κατασκόπων του 21ου αιώνα, 2008, σελ.56.
  20.  Το FN (Front National) είναι ένα φασιστικό κόμμα που ιδρύθηκε από τον Jean-Marie Le Pen το 1972. Υπάρχει μέχρι και σήμερα, με την ονομασία RN (Rassemblement national), υπό την καθοδήγηση της Marine Le Pen.
  21. Για μια πιο ολοκληρωμένη ματιά στα αντιφασιστικά κινήματα της εποχής, παραπέμπουμε στο “Scalp, η καταγωγή του γαλλικού ριζοσπαστικού αντιφασιστικού κινήματος 1984-1992” από εκδόσεις antifa scripta, από το οποίο έχουμε αντλήσει μερικά στοιχεία για αυτό το σύντομο σημείο του κειμένου.
  22. Εκτενέστερη περιγραφή της συγκεκριμένης συνθήκης στο “Scalp, η καταγωγή του γαλλικού ριζοσπαστικού αντιφασιστικού κινήματος 1984-1992” (εκδ. antifa scripta), σελ. 62, υποκεφάλαιο “10. Επιστροφή στον αστερισμό του πολέμου του κόλπου”.
  23. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας, κατά τη διάρκεια του γαλλοαλγερινού πολέμου δεν ήταν καθόλου υποστηρικτικό απέναντι στην ανεξαρτησία, παρά συναινετικό στα εγκλήματα κατά Αλγερινών εντός και εκτός ευρωπαϊκών συνόρων. Όπως κάθε κομμουνιστικό κόμμα που σέβεται τον εαυτό του, είχε μια εθνική αφήγηση με μπόλικο αντιαμερικανισμό.
  24. Άρθρο του έντυπου New York Times του 1990 (https://www.nytimes.com/1990/10/19/world/vaulx-en-velin-journal-arab-youths-of-france-their-anger-boils-over.html). Γενικά στο συγκεκριμένο άρθρο, γραμμένο την εποχή για την οποία μιλάμε, γίνεται τεχνηέντως η αντιπαραβολή των κρατικών προσπαθειών με την έκρηξη των (αχάριστων) μεταναστών.
  25. Mantes-la-Jolie – 1991, Sartrouville – 1992, Melun – 1993, Paris – 1993, Dammarie-lès-Lys – 1997, Toulouse – 1998, Lille – 2001 (από Fabien Jobard, An overview of french riots: 1981 – 2004, Willan Publishing, 2009).
  26. Για τις Γαλλικές αποικίες χρησιμοποιούνταν ο όρος “quasi-apartheid” (σχεδόν απαρτχάιντ) που ουσιαστικά ήταν μια εκδοχή του «αυθεντικού» αγγλικού απαρτχάιντ.
  27. Ενδεικτικά: https://provo.gr/paris2005riots/.
  28. Από την ταινία Les Misérables (2019), του σκηνοθέτη Ladj Ly με καταγωγή από το Μάλι, η οποία αναφέρεται στη ζωή των γαλλικών προαστίων.
  29. Racaille – Αν αυτοί είναι αποβράσματα… τότε είμαι και γώ, Alèssi Dell’Umbria, εκδ. Λέσχη κατασκόπων του 21ου αιώνα, 2008, σελ. 91.
  30. Με τη λέξη συμμορία εννοούμε μια μορφήγ προλεταριακής οργάνωσης απέναντι στο κράτος.
  31. Όπως αναφέρει ένας νεαρός μετανάστης στην εκπομπή Εξάντας: “Κάθε φορά που πάω στο Παρίσι, τρεις φορές μου έχει τύχει, βλέπουν στις πινακίδες το “93” (σ.σ. νούμερο που δείχνει περιοχή) και με σταματάνε. Την άλλη φορά είμαι στο Σανς Ελιζέ (σ.σ. τουριστική περιοχή), με σταματάει η αστυνομία και μου λέει: “μένεις στο 93;” Λέω, ναι στο Σεβρόν. Δεν με έψαξαν καν, μου λένε: “ακολούθησε μας μέχρι τον περιφερειακό και πάρε τον πούλο, κάτσε στη κωλογειτονιά σου, να μη σε ξαναδούμε στο Παρίσι, άντε γαμήσου, στη περιοχή σου”.
  32. Στις 8 Νοεμβρίου του 2005 αποφασίζεται 12ήμερη απαγόρευση κυκλοφορίας. Η εφαρμογή προκύπτει από αποικιοκρατικό νόμο του 1955 που είχε εφαρμοστεί στην Αλγερία κατά της εξέγερσης.
  33. Ιδιαιτέρως σκληρό μέτρο και μεγάλη αντίφαση για το γαλλικό κράτος. Όπως είδαμε, στην αρχή του κειμένου, πρώτα εξαφανίζει τη καταγωγή και τώρα την επανεμφανίζει για τις απελάσεις. Σύμφωνα με την προηγούμενη λογική, είναι σαν να στέλνονται στην εξορία Γάλλοι πολίτες.
  34. Link επίσκεψης Σαρκοζί: https://www.youtube.com/watch?v=JvS6eG0JFOk. Λέγεται ότι ο συγκεκριμένος διάλογος είναι στημένος.
  35. Αυτές οι απόψεις δεν έρχονται εν κενώ. Δεν είναι τυχαίο ότι η γαλλική αυτοκρατορία ήταν από τις πιο σκληρές αυτοκρατορίες σε ό,τι αφορά τη γλώσσα στις αποικίες. Στις περισσότερες από αυτές ήταν υποχρεωτικά τα Γαλλικά. Εδώ ο Σαρκοζί αναπαράγει τον ίδιο αποικιοκρατικό συμβολισμό και ιδεολόγημα απέναντι στους/στις μετανάστ(ρι)ες των προαστίων.
  36. “Γαλλία 2005: είναι δίκαιο να εξεγείρεσαι”, ΚΟΕ (Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδας), εκδόσεις Α/συνέχεια, 2005. Η συγκεκριμένη πηγή μας φάνηκε χρήσιμη καθώς συλλέγει απόψεις αριστερών/κομμουνιστών της Γαλλίας εκείνης της περιόδου. Αν και το κείμενο παίρνει αρκετά καλή θέση σε σχέση γενικότερα με την αριστερά, εμπεριέχει πολύ αντιαμερικανισμό και “λαϊκή προσέγγιση”.
  37. Racaille – Αν αυτοί είναι αποβράσματα… τότε είμαι και γώ, Alèssi Dell’Umbria, εκδ. Λέσχη κατασκόπων του 21ου αιώνα, 2008, σελ. 101.
  38. Για μια εκτενέστερη ανάλυση μας: “Η αντιστροφή αιτίου – αποτελέσματος, και σχόλια για τη νέα μετάλλαξη”, black box, Ιανουάριος 2021, https://blackboxskg.wordpress.com/2021/01/03/antistrofi-aitio-apotelesma/