Στράτσο που κολλήθηκε σε 10 σημεία στη Θεσσαλονίκη. Ακολουθεί κείμενο και φωτογραφίες.

Την τελευταία δεκαετία, βλέπουμε συνεχώς την κρίση να αναβάλλεται και να σκάει ξανά πάνω μας πιο έντονα. Αυτή είναι και η κατάσταση που βρισκόμαστε αντιμέτωπες τα τελευταία δύο χρόνια, μόνο που πλέον η οικονομική κρίση έχει βαφτιστεί ως “υγειονομική”. Οι διακρατικοί ανταγωνισμοί και οι συμμαχίες του κόσμου, όπως διαμορφώθηκαν μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αλλάζουν. Όσο ο εμπορικός πόλεμος εντείνεται τόσο μια σειρά από κράτη «κλείνουν» την οικονομία τους, με αποτελέσματα δυσοίωνα για το μέλλον της εργατικής τάξης, όπως το είδαμε να συμβαίνει και με τις καραντίνες που πέσαν στα κεφάλια μας. Τότε το κράτος και οι φίλοι του μας έκλεισαν μέσα και μας ανάγκασαν να ζούμε με επιδόματα, για όσους/όσες από μας είχαν νόμιμες δουλειές.

Κάποια κομμάτια της εργατικής τάξης είναι γνωστό πως δεν τη βγάζουν μόνο με νόμιμες δουλειές. Το κράτος και οι φίλοι του, επιδιώκουν τη διατήρηση ενός μέρους της εργατικής τάξης κολλημένο στον πάτο. Μέσω της εγκληματοποίησης των μεταναστών και των Ρομά, δηλαδή με το να τους αποκόπτει από νόμιμες οδούς επιβίωσης, επιτυγχάνει το να ζουν διαρκώς στο όριο. Το καταφέρνει αυτό μέσα από ένα συνδυασμό της κρατικής βίας με την διάχυτη ρατσιστική ιδεολογία. Αυτό συμφέρει τις ανάγκες του καπιταλιστικού συστήματος, γιατί παράγει εργάτες για τη μαύρη οικονομία (ναρκωτικά, trafficking, κ.λπ.), η οποία είναι άμεσα διαπλεκόμενη με το κράτος και συμφέρουσα οικονομικά γι’ αυτό, παραδίδοντας τη διαχείριση τους στους μπάτσους. Ο ρατσισμός και τα υλικά συμφέροντα των απανταχού αφεντικών, μικρών και μεγάλων, νομιμοποιούν την αστυνομική βία και τις σφαίρες με το τσουβάλι στις πλάτες των παρανομοποιημένων εργατών κι εργατριών.

Κατά τη διάρκεια των καραντινών, το κράτος έδειχνε έναν ιδιαίτερο ζήλο στον έλεγχο και τον περιορισμό συγκεκριμένων πληθυσμών, βλέπε Τούρκοι στην Ξάνθη και Ρομά σε όλη την ελληνική επικράτεια. Η αφήγηση που λέει ότι εκεί πιάνουν πιο πολύ ιό, «λόγω του τρόπου ζωής τους» και λοιπές αηδίες, δε μας καθόταν πολύ καλά. Ασχοληθήκαμε ειδικά με τη δυτική Αττική και συνδέσαμε τη σκληρή επιτήρηση των Ρομά της περιοχής με τα πλάνα για τη μεγέθυνση του επιχειρηματικού κλάδου που ασχολείται με τις εφοδιαστικές αλυσίδες και τη δημιουργία επιχειρηματικών πάρκων στην ίδια περιοχή1.

Μπορεί τώρα να μην βρισκόμαστε σε περίοδο lockdown, όμως, η σκληρή επιτήρηση και τα πολυάριθμα μπλόκα των μπάτσων παρέμειναν, έχοντας τους ίδιους ανθρώπους στο στόχαστρο. Θεωρούμε ότι η επίθεση στους πληθυσμούς Ρομά, λοιπόν, στοχεύει στην διάσπαση των μορφών οργάνωσης τους (παρέες, κοινότητες, συμμορίες), ώστε να παραδωθούν χωρίς καμία άμυνα στις ορέξεις του μαύρου (και όχι μόνο) κεφαλαίου. Και η επίθεση αυτή είναι η καθημερινή πίεση από τους μπάτσους, που ενίοτε φτάνει στα όρια της φυσικής εξόντωσης.

Όσο η κρίση εντείνεται, όλο και περισσότερα κομμάτια της εργατικής τάξης θα βρίσκουν μη νόμιμους τρόπους να επιβιώνουν, και θα εμπίπτουν στη σφαίρα της αστυνομικής διαχείρισης. Η συνεχής παρουσία των μπάτσων στα μέρη που συναντάμε η μία την άλλη, στις πλατείες και τις γειτονιές μας, στοχεύει στην ανακατάληψη κομματιών του δημόσιου χώρου και στην οργάνωση των συμμάχων τους, δηλαδή στην εύρεση των διαχρονικών ρουφιάνων. 

Αυτές είναι μερικές σκέψεις για το χώρο και το χρόνο που τελέστηκε η δολοφονία του Νίκου Σαμπάνη. Όσον αφορά τη μιντιακή αναπαράσταση του γεγονότος, θα σταθούμε αρχικά στο υποτιθέμενο κρέμασμα των μπάτσων απ’ τους ανωτέρους τους και στο πώς η ιστορία καταλήγει στα μεμονωμένα «χαλασμένα» φρούτα, τους μεμονωμένους ρατσιστές μπάτσους, που σκότωσαν το Ρομ Νίκο λόγω της ιδεολογίας τους, οι οποίοι παρεμπιπτόντως τη βγάλανε καθαρή. Αυτή η διαστρεβλωμένη οπτική των media, αφήνει στην απ’ έξω το κράτος, προβάλλοντάς το ως προοδευτικό, ενώ την ίδια στιγμή αποκρύπτει την ταξική σκοπιά της δολοφονίας, τα υλικά συμφέροντα του ελληνικού κράτους και των αφεντικών του από το δόγμα μηδενικής ανοχής. Ταυτόχρονα, πέρα από αρθρογραφία «παραδοσιακού» ρατσιστικού λόγου, διαβάσαμε και αρκετά άρθρα που ζητούν μια “καλή αστυνομία”2 ή που μιλούν για αντιτσιγγανισμό και διακρίσεις3 αναλύοντας τα ως βαρίδια του παρελθόντος, τα οποία χρειάζονται την κρατική παρέμβαση για να αφεθούν πίσω. Ο δικαιωματικός λόγος τέτοιου τύπου λειτουργεί συσκοτιστικά, αφού θεωρεί το ρατσισμό απότοκο της καθυστέρησης της κοινωνίας, ζητώντας απ’ το κράτος να πάρει μέτρα για την εξάλειψή του. Πασχίζει να κρύψει πως ο αντιτσιγγανισμός ως οργανωμένη ιστορική μορφή στην Ελλάδα έχει βασικό ενορχηστρωτή το ελληνικό κράτος. Και μας λέει πως αντιμετωπίζεται με περισσότερη (αλλά πιο εκσυγχρονισμένη) αστυνομία.

Εμείς προσπαθούμε να δομήσουμε μία συλλογική άποψη για όλα αυτά, προσπαθώντας να μην καταπιούμε την κυρίαρχη αφήγηση (είτε την ωμά ρατσιστική, είτε την ανθρωπιστική που ανακάλυψε όψιμα τον αντιτσιγγανισμό). Βλέπουμε τα υλικά συμφέροντα από την υποτίμηση ενός μέρους της εργατικής τάξης, δηλ. τον ρατσισμό να λειτουργεί υπέρ των αφεντικών και του κράτους ως συλλογικού εκφραστή τους. Δε βλέπουμε το ρατσισμό σαν μεμονωμένη συμπεριφορά, ταυτολογική ως προς τα οφέλη της (γιατί είναι ρατσιστές; γιατί έτσι) αλλά μέσα από περιπτώσεις, όπως, για παράδειγμα, τα συμφέροντα των τοπικών κοινωνιών που απορρέουν από τα κέντρα κράτησης μεταναστ(ρι)ών. Με λίγα λόγια, θέλουμε να αναδεικνύουμε την υλική σχέση που προκύπτει από την ιδεολογική χρήση του ρατσισμού.

__________

  1. Black Box (2021), Μυθολογίες της κρίσης (Μέρος 2ο): Επιχειρηματικά Πάρκα και Ρομά – Το lockdown της Δυτικής Αττικής.
  2. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Καθημερινής που στις 31.10.2021, εννέα μέρες μετά τη δολοφονία του Σαμπάνη, έχει πρωτοσέλιδο άρθρο “Ποιός δε θέλει καλύτερη ΕΛ.ΑΣ.;” μιλώντας για το λάθος της αστυνομίας. Δύο μέρες μετά, η ίδια εφημερίδα, συνεχίζει με αυστηρότερο ύφος “Νέο δόγμα με κάμερες στην άμεση δράση – Πιο αυστηρές ποινές για εμπλεκώμενους σε καταδιώξεις”, δηλώνοντας ευθέως πλέον, ότι το κράτος δεν θα ανεχθεί άλλες “μεμονωμένες ενέργειες” μπάτσων.
  3. Για παράδειγμα έχουμε την επιτομή του “εναλλακτικού κράτους”, δηλαδή του ξεπλύματος της κρατικής πολιτικής, τον Σταύρο Θεοδωράκη. Στις 07.11.2021, γράφει το αριστουργηματικό άρθρο “Μαγκάβ τουτ Μπαλαμό” στην Καθημερινή, που αποτελεί μια επίδειξη αφομοίωσης αντιρατσιστικού λόγου από το κράτος.

__________